- oncography
- on·cog·ra·phy
English syllables. 2014.
English syllables. 2014.
oncography — Graphic representation, by means of a special apparatus, of the size and configuration of an organ … Medical dictionary
oncography — noun see oncograph … Useful english dictionary
ογκογραφία — η η γραφική παράσταση τού όγκου ενός σώματος, λ.χ. τής καρδιάς, με τη χρήση ογκογράφου. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. oncography (< όγκος [Ι] + γραφία < γράφος < γράφω)] … Dictionary of Greek