plastidium

plastidium
plas·tid·i·um

English syllables. 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • plastidium — (греч.) пластида …   Словарь ботанических терминов

  • plastidium — …   Useful english dictionary

  • πλαστίδιο — το, Ν βοτ. οργανίδιο που απαντά στο κυτταρόπλασμα όλων τών ζωντανών φυτικών κυττάρων καθώς και στους φωτοσυνθετικούς προκαρυωτικούς οργανισμούς με διαφορετικά αλλά και κοινά χαρακτηριστικά από περίπτωση σε περίπτωση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”