- polymastigota
- poly·mas·ti·go·ta
English syllables. 2014.
English syllables. 2014.
polymastigota — see polymastida … Useful english dictionary
πολυμαστιγωτά — τα, Ν ζωολ. τάξη παρασιτικών μαστιγοφόρων πρωτόζωων, με πάμπολλα μαστίγια και με διατροφή σαπροζωική ή ολοζωική, αλλ. τριχομονάδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. polymastigota < πολυ * + μάστιξ, ιγος] … Dictionary of Greek
polymastigote — noun flagellates with several flagella • Hypernyms: ↑flagellate, ↑flagellate protozoan, ↑flagellated protozoan, ↑mastigophoran, ↑mastigophore • Member Holonyms: ↑Polymastigina, ↑order Polymastigi … Useful english dictionary