- trichalcite
- tri·chal·cite
English syllables. 2014.
English syllables. 2014.
trichalcite — trīˈkalˌsït noun ( s) Etymology: German trichalcit, from tri + chalc + it ite : a mineral Cu3(AsO4)2.5H2O(?) that is a hydrous arsenate of copper … Useful english dictionary
τριχαλκίτης — ο, Ν (ορυκτ.) άλλη ονομασία τού αρσενικικού ορυκτού τυρολίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. trichalcite < tri (< λατ. tres, tria, πρβλ. και τρεις) + chalc (< χαλκός) + ite (< κατάλ. ίτης*)] … Dictionary of Greek